Το λιόγερμα, κατεξοχήν ρομαντική ώρα της μέρας, ξεπορτίζουν οι φυλακισμένοι της καραντίνας, για να ξεχάσουν τους τέσσερις τοίχους του εγκλεισμού τους. Έτσι και εγώ, πιστός στο ημερήσιο ραντεβού μου, για να ξορκίσω το γκρίζο της μεγαλούπολης απαθανάτιζα το θαυμάσιο θέαμα, αχόρταγα, φοβούμενος ότι θα ‘ναι η τελευταία μέρα που θα ‘χα την ευκαιρία. Στα φανερά ή στα κρυφά και άλλοι συγκρατούμενοι έσπευδαν να αντικρίσουν τον Φοίβο λες και μαζί με τον ήλιο δύουν και οι καημοί του ανθρώπου.
Έτσι, αντιλήφθηκα και το ζευγάρι μπροστά μου. Εξοπλισμένο, προβλεπόμενο και αποστειρωμένο με τις μάσκες του. Αλλά δεν παρατήρησα ούτε την έκσταση για το θέαμα στο βλέμμα τους ούτε το παραμικρό ενδιαφέρον. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ιεροτελεστίας του βασιλέματος, ελάχιστες ματιές έριξαν προς το τοπίο, τη θάλασσα ή τον Ήλιο που χανόταν πίσω από τα Πιέρια όρη, χρωματίζοντας ροδοκόκκινο τον ουρανό. Ελάχιστες ματιές έριξαν και ο ένας προς τον άλλον. Τα σώματά τους δεν έσμιξαν ποτέ σε μια αγκαλιά, τα χείλη τους δεν αντάλλαξαν ούτε μια στοργική λέξη, τα πρόσωπά τους ανέκφραστα πίσω από τις μάσκες, τα μάτια τους κενά, δεν αντάλλαξαν ούτε σκέψη αγάπης, παρά μόνο πετάριζαν φευγαλέα, πρησμένα και αρρωστημένα πάνω από τις οθόνες των κινητών τους.
Τελικά, έχουμε επιβάλλει καραντίνα στις καρδιές μας εδώ και πολύ καιρό. Κάτι είχε καταλάβει ο Σαμαράκης, ζητώντας ελπίδα. Υπάρχει άραγε ακόμη καιρός;
Πρόσφατα σχόλια