Κυμάτιζε, φουσκωμένη από τον αέρα – ίσως και από τον υπερφίαλο εγωισμό του ιδιοκτήτη της, κάπως δύσπεπτη και βαρυφορτωμένη από σύμβολα, σε ένα μπαλκόνι επί της οδού Μαρίας Κάλλας, απέναντι από το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης και το αγκυροβολημένο «Βέλος».
Μία με απ’ όλα. Η σημαία όμως δεν είναι πιτόγυρο ούτε μπουγάτσα για να βάζεις ό,τι σου κατέβει μέσα…
Ή μήπως κατέληξε να είναι όταν η δημοκρατία ερμηνεύεται κατά το δοκούν;
Σε συνέχεια του παραστατικού γευστικού παραδείγματος, τα εδέσματα που έχουν από όλα μέσα, (συνώνυμα: «σούπα», τουρλού) είναι συνήθως αντώνυμα της υψηλής μαγειρικής. Αν η παραπάνω σημαία ήταν πιάτο σε τηλεπαιχνίδι μαγειρικής, τα σχόλια των σεφ θα ήταν στο ύφος: «Όμορφα υλικά, υπερβολικά πολλά και ανταγωνιστικά δε, με αποτέλεσμα να χάνονται οι ιδιαίτερες γεύσεις και να μην ξεχωρίζει καμία».
Με όρους brand management / γραφιστικής / σημασιολογίας ο μαιτρ θα σχολίαζε: «Φορτωμένη με υπερβολικά πολλά σύμβολα. Χάνεται το νόημα. Ο καταναλωτής ή ο οπαδός μπερδεύεται και δεν ξέρει πιο όραμα να ακολουθήσει».
Σταυροί – πόσοι χρειάζονται για να τους χαρακτηρίσουμε υπερβολικά πολλούς; Μνημούρι έγινε η σημαία. Κορώνες – «Περιμένοντας τον Κοκό»; Δικέφαλος αετός για να αναπολούμε θεοκρατικά, αυτοκρατορικά μεγαλεία; Μήπως γιατί Θεσσαλονίκη χωρίς ΠΑΟΚ γίνεται; Όλα μαζί ποδοπατούν αυτό με το οποίο προίκισε η φύση αυτόν τον τόπο: Το άφθονο γαλανόλευκο.
Και κάπου εκεί, στην απώλεια της κομψότητας και της αισθητικής που πρέσβευε το απλό, αντιλαμβάνεται κανείς πόσο αποκομμένοι είμαστε από τις ρίζες μας.
Πρόσφατα σχόλια